Ο τρόπος με τον οποίο το metoo διαστρεβλώνει την Δικαιοσύνη είναι ήδη γνωστός από άλλες χώρες. Στην διάρκεια της γέννησης του κινήματος metoo ο Jian Ghomeshi ένας διάσημος -και πλούσιος- παρουσιαστής κατηγορήθηκε από έξι πρώην του για σεξουαλική κακοποίηση. Μετά από έναν τεράστιο δικαστικό αγώνα ο Ghomeshi αθωώθηκε από όλες τις κατηγορίες. Οι δικηγόροι του χρησιμοποίησαν μηνύματα, emails και κλήσεις που είχαν γίνει ανάμεσα στις έξι πρώην του και σε αυτόν. Για να αποδείξουν πως όχι απλά οι κατηγορίες ήταν αβάσιμες αλλά και οι περισσότερες από αυτές ψέματα.
Και όχι απλά ψεματάκια. Τεράστια ψέματα που έριχναν άλλο φως στην υποτιθέμενη σεξουαλική κακοποίηση που βίωσαν τα υποτιθέμενα θύματα. Για παράδειγμα κάποιο από τα υποτιθέμενα θύματα δήλωσε πως μετά την υποτιθέμενη κακοποίηση που βίωσε στα χέρια του δεν ήθελε να τον ξαναδεί στα μάτια της. Αλλά οι δικηγόροι απέδειξαν πως αυτό δεν ήταν αλήθεια. Μιας και επανειλημμένα του είχε στείλει μηνύματα λέγοντας του πως ανυπομονούσε να τον ξαναδεί. Φυσικά μετά την έκβαση της Δίκης οι φεμινίστριες ξεκίνησαν μια ολόκληρη πολιτική καμπάνια που αφορούσε το πως “το δικαστικό σύστημα αποτυγχάνει να βάλει στην φυλακή τους κακοποιητές γυναικών” και για το πως οι νομικές αυτές διαδικασίες, με λίγα λόγια οι Δίκες, “επανατραυματίζουν τα θύματα” εξηγώντας μας πως αυτές οι πρακτικές είναι περιττές.
Mιας και απλά μπορούμε να πιστέψουμε τις γυναίκες.
Ο φεμινισμός λοιπόν αποφάσισε πως το δικαστικό σύστημα είναι προκατειλημμένο απέναντι στις γυναίκες. Και έτσι ένα καινούργιο σύστημα σχεδιάστηκε και ψηφίστηκε αποκλειστικά μέσα από τις ιδεοληψίες του. Ένα σύστημα που θεωρεί πως τα μηνύματα που ανταλλάζουν ένας άντρας και μια γυναίκα πριν και μετά το σεξ, δεν μπορούν να θεωρηθούν απόδειξη πως η γυναίκα δεν βιάστηκε. Ο νόμος παρουσιάστηκε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης του Καναδά ως “ένας νόμος που θα βεβαιώνει πως κάποιος που κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση δεν θα μπορεί να ισχυριστεί πως είχε την εντύπωση πως το θύμα είχε δώσει συναίνεση”. Ναι. Διαβάστε το ξανά και ξανά. Αυτό ακριβώς λέει. Με λίγα λόγια εάν η Δίκη του Jian Ghomeshi λάμβανε χώρα με αυτό τον νόμο σε ισχύ, οι δικηγόροι του μάλλον δεν θα μπορούσαν να τον αθωώσουν. Και κατά πάσα πιθανότητα τώρα θα σάπιζε στην φυλακή. Επειδή το metoo διεστράβλωσε την Δικαιοσύνη.
Ο νόμος αυτός φέρνει σε ισχύ “ασπίδες προστασίας” για τις γυναίκες που ισχυρίζονται ότι έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Τα μηνύματα που έχουν ανταλλάξει ο άντρας και η γυναίκα, τα τηλεφωνήματα τους, τα email τους και οι καταγεγραμμένες τους συνομιλίες πλέον προστατεύονται. Και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως στοιχεία για να αποδείξουν πως το υποτιθέμενο θύμα δεν κακοποιήθηκε σεξουαλικά.Το metoo διεστράβλωσε την Δικαιοσύνη.
Πάμε άλλη μια φορά ξανά για να είμαστε σίγουροι ότι έγινε κατανοητό.
Tα μηνύματα, τηλεφωνήματα , email και καταγεγραμμένες συνομιλίες που έχουν λάβει χώρα έστω και λεπτά πριν και μετά την σεξουαλική πράξη δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως στοιχεία για να αποδείξουν την αθωότητα του άντρα. Με λίγα λόγια ένας άντρας και μια γυναίκα κάνουν σεξ. Μια ώρα μετά αυτή του στέλνει ένα μήνυμα που γράφει “πέρασα υπέροχα θα ήθελα να το επαναλάβουμε”. Όπως είχε γίνει και στην περίπτωση του Jian Ghomeshi. Και αυτό το μήνυμα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο ότι η γυναίκα έκανε συναινετικό σεξ με τον άντρα και της άρεσε. Και πως ήθελε να το επαναλάβουν, στην περίπτωση που αυτή τον κατηγορήσει μετά για βιασμό.
Για να χρησιμοποιηθούν ως στοιχεία πρέπει να εγκριθούν από τον Δικαστή ως σχετικά με την υπόθεση.
Το πρόβλημα με αυτό είναι πως οι δικηγόροι του υποτιθέμενου θύματος θα ενημερώνονται για τα στοιχεία αυτά. Και έτσι θα έχουν χρόνο να κατασκευάσουν μια ιστορία σε περίπτωση που εντέλει τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιηθούν στην Δίκη. Στην Δίκη του Jian Ghomeshi για παράδειγμα σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός πως τα μηνύματα παρουσιάστηκαν την κατάλληλη στιγμή. Όταν τα υποτιθέμενα θύματα είχαν ήδη πει ψέματα και απόδειξαν πως οι κατηγορίες τους ήταν ψευδής.
Στην περίπτωση που ο νόμος αυτός ήταν σε ισχύ οι δικηγόροι θα ήξεραν από πριν για την ύπαρξη των μηνυμάτων. Και έτσι θα άλλαζαν την ιστορία τους. Εν ολίγοις οι δικηγόροι του Jian Ghomeshi δεν θα μπορούσαν να τις ξεμπροστιάσουν. Ο καινούργιος νόμος επίσης απαλλάσσει το υποτιθέμενο θύμα από το να παρουσιάσει όλα τα στοιχεία που είναι σχετικά με την υπόθεση. Με λίγα λόγια ο νόμος περιμένει από τον κατηγορούμενο να αποδείξει ότι είναι αθώος αντί να υποθέτει ότι είναι μέχρι να αποδειχτεί το αντίθετο, δένοντας μάλιστα τα χέρια του όσον αφορά τα στοιχεία που μπορεί να χρησιμοποιήσει για να αποδείξει την αθωότητα του.
Έτσι αντιμετωπίζει το metoo την Δικαιοσύνη.
Σε αυτές τις Δίκες προσπαθούμε να ερευνήσουμε δυο πράγματα. Το πρώτο είναι πως εξετάζουμε να δούμε εάν όντως το υποτιθέμενο θύμα έδωσε συναίνεση. Και το δεύτερο είναι πως εξετάζουμε να δούμε εάν ο κατηγορούμενος έχει αρκετά στοιχεία για να αποδείξει πως είχε συναίνεση. Αφαιρώντας τα στοιχεία από την εξίσωση οι Δίκες μετατρέπονται σε ένα παιχνίδι εντυπώσεων και πίστης. Μετατρέπονται στο “πιστέψτε τις γυναίκες”. Ο νόμος επίσης γράφει ξεκάθαρα πως λεκτική συναίνεση πρέπει να υπάρχει σε όλα τα στάδια της σεξουαλικής επαφής. Βλέπουμε δηλαδή ξανά και ξανά το φεμινιστικό μοτίβο να επαναλαμβάνεται στο νομικό υπόβαθρο των χωρών όσον αφορά τον βιασμό. Η έννοια του οποίου μετατρέπεται από ένα απεχθές έγκλημα βίας σε κάτι πιο καθημερινό. Όπου την απόλυτη ευθύνη για αυτό φέρει ο άντρας. Που οφείλει να γνωρίζει ανα πάσα στιγμή ότι η γυναίκα συναινεί σε όλα τα στάδια της σεξουαλικής πράξης. Ειδάλλως να θεωρείται βιαστής.
Και προσοχή εδώ επειδή πολλοί συχνά κάνουν λάθος. Ο νόμος που έχει γραφτεί με την φεμινιστική πένα δεν ορίζει την συναίνεση βάση άρνησης της γυναίκας. Δεν απαιτεί δηλαδή από μια ενήλικη γυναίκα να μπορεί να πει “όχι”. Και έτσι να καταλάβει ο άντρας πως δεν έχει συναίνεση για να συνεχίσει. Όχι. Απαιτεί από τον άντρα να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή πως αυτός έχει συναίνεση. Είναι ένα λεπτό σημείο αλλά εξαιρετικά σοβαρό. Γιατί η γυναίκα μπορεί να ισχυριστεί πως δεν είπε όχι επειδή “είχε παγώσει” όπως είχε γίνει για παράδειγμα στην περίπτωση της Mandi Gray.
Δεν είναι λοιπόν ευθύνη της γυναίκας να δηλώνει εάν δίνει συναίνεση ή όχι.
Αλλά ευθύνη του άντρα να γνωρίζει εάν έχει συναίνεση ή όχι. Αυτό συμβαίνει πλέον και στην Ελλάδα σε μια αλλαγή του νόμου που θεωρήθηκε “μεγάλη φεμινιστική νίκη” από τα ΜΜΕ και που πανηγυρίστηκε από φεμινίστριες. Aλλά και από άντρες που το φεμινιστικό τους πρόσημο τους έχει καταστήσει ανίκανους να διαβάζουν ή να κατανοούν λέξεις. Η έλλειψη συναίνεσης ως βιασμός είναι κάτι που ο φεμινισμός κυνηγούσε από την δεκαετία του 90. Και πλέον κάτι που τότε φάνταζε ως δυστοπική πραγματικότητα είναι ο τρόπος με τον οποίο διεξάγονται οι Δίκες αυτές στον Δυτικό κόσμο. Επειδή το metoo αποφάσισε να διαστρεβλώσει την Δικαιοσύνη.
Βάση του νόμου αυτού όλοι οι σεξουαλικά ενεργοί άντρες είναι δυνητικά βιαστές, εκτός και εάν οι ίδιοι έχουν βεβαιωθεί πως κατά την διάρκεια όλης της σεξουαλικής πράξης δεν βιάζουν.
Κάτι που φυσικά κανείς δεν κάνει.
O νόμος πλέον υποκρίνεται βάση του φεμινιστικού αφηγήματος. Υποκρίνεται πως αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο διεξάγεται η σεξουαλική πράξη. Και εάν δεν είναι αυτός ο τρόπος που διεξάγεται η σεξουαλική πράξη τότε ο άντρας είναι βιαστής.
Με λίγα λόγια ο φεμινισμός καθιέρωσε νομικά στις κοινωνίες μας πως όλοι οι άντρες είναι όντως βιαστές όπως φεμινίστριες σαν την Julie Bindel μας εξηγούσαν για δεκαετίες.
Άντρες στέλνονται στην φυλακή επειδή ο νόμος πλέον λειτουργεί βάση ενός φαντασιακού φεμινιστικού αφηγήματος για το πως διεξάγεται το σεξ. Οι δικηγόροι και οι νομοθέτες με ελάχιστες εξαιρέσεις παραμένουν σιωπηλοί φοβούμενοι το πολιτικό κόστος που θα έχει εάν συγκρουστούν με το φεμινιστικό αφήγημα. Και καθώς όλο και περισσότερο βυθιζόμαστε στην εικονική πραγματικότητα του φεμινισμού οι φωνές που αντιτίθενται σε αυτόν όλο και λιγοστεύουν εξαιτίας του κλίματος φόβου και συκοφαντίας που οι φεμινίστριες μεθοδικά καλλιεργούν.