Κανείς δεν λυπάται έναν άντρα αγνώστων στοιχείων, έναν Τζον Ντο. Χάζευα στο facebook όταν ξύπνησα το πρωί και το μάτι μου έπεσε σε μια φωτογραφία της Τοπαλούδη. Ξέσπασα σε κλάματα. Έκλαιγα για κανά δεκάλεπτο για όλα όσα το κορίτσι αυτό δεν θα δει στην ζωή του. Όταν ηρέμησα έφτιαξα καφέ και συνέχιζα να διαβάζω τοίχους. Η Ελένη Τοπαλούδη ήταν παντού. Όπως και η φάτσα του ηθοποιού Λούλη για το “σεξιστικό” βίντεο του.
Και ξαφνικά, καθώς έπινα τον καφέ μου, θυμήθηκα πως λίγες ημέρες πριν, στην Ελλάδα που η βία κατά των γυναικών -και μόνο- αυξάνεται μέσα στην πανδημία, αυτός που δολοφονήθηκε στο σπίτι του ήταν ένας άντρας, όχι μια γυναίκα.
Ένας άντρας που το όνομα του δεν μάθαμε. Και που το πρόσωπο του δεν είδαμε. Ένας άντρας που αδυνατούμε να κλάψουμε για αυτόν επειδή έχει απανθρωπιστεί. Δεν είδαμε φωτογραφίες του όπως είδαμε εκατοντάδες της Ελένης, δεν είδαμε το πρόσωπο του να μας χαμογελά. Δεν ξέρουμε το όνομα του. Αυτός παρέμεινε ένας Τζον Ντο.
Γιατί να λυπηθούμε; Γιατί να κλάψουμε; Γιατί να ασχοληθούμε;
Αντί να λυπηθούμε λοιπόν και αντί να κλάψουμε και αντί να ασχοληθούμε, συζητάμε για το manplaining του Λούλη σε μια διαφήμιση και την Ελένη που δολοφονήθηκε έναν χρόνο πριν. Όχι για τον άντρα αγνώστων στοιχείων που δολοφονήθηκε προχθές από την επίσης αγνώστων στοιχείων σύντροφο του. Σπίτι του. Δεν θα σκεφτούμε όλα όσα δεν θα δει στην ζωή του.
Και αυτό επειδή η μεθοδευμένη απανθρώπιση του έχει ήδη επιτευχθεί από μια κοινωνία που δεν θέλει να ασχολείται με τους άντρες που πεθαίνουν, που υποφέρουν ή δολοφονούνται. Φεμινίστριες ξεχύνονται κάθε φορά να μας εξηγήσουν πως δεν φταίνε ποτέ οι γυναίκες που δολοφονούν τους άντρες. Ποτέ. Οι γυναίκες που δολοφονούν σύμφωνα με τον φεμινισμό είναι πάντα θύματα που δεν άντεχαν ή σε αυτοάμυνα. Το φεμινιστικό δόγμα εισβάλλει στην κοινωνική συνείδηση. Και καθιστά με αυτόν τον τρόπο το μαρτύριο και τις δολοφονίες των αντρών λιγότερο σημαντικές από αυτές των γυναικών.
Όμως δεν είναι.