Τις τελευταίες ημέρες προβάλλεται από τις φεμινίστριες και τα φερέφωνα τους μια φεμινιστική έρευνα για την σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία. Η “έρευνα” είναι φυσικά ένα κλασικό παράδειγμα μεροληπτικής έρευνας που αποσκοπεί σε προκατασκευασμένα συμπεράσματα για να επηρεάσει πολιτικές αποφάσεις που αφορούν την φεμινιστική ατζέντα. Ας δούμε όμως πως.
Για αρχή δεν υπάρχουν άντρες δείγματα. Η έρευνα εστιάζει μεροληπτικά αποκλειστικά στις γυναίκες, παρουσιάζοντας την σεξουαλική παρενόχληση ως κάτι που αφορά αποκλειστικά τις γυναίκες. Έπειτα δεν μας γίνεται ξεκάθαρο εάν η δειγματοληψία έγινε επώνυμα ή ανώνυμα. Έδινε η πλατφόρμα την δυνατότητα για παράδειγμα σε κάποια γυναίκα να συμπληρώσει το ερωτηματολόγιο περισσότερη από μια φορά, ή όχι;
Η έρευνα ξεκινά κάνοντας μας ξεκάθαρο πως πρόκειται για μια φεμινιστική έρευνα, ρωτώντας εάν οι γυναίκες γνωρίζουν το κίνημα του metoo. Κάτι που είναι εντελώς άσχετο με τα βιώματα των γυναικών στον χώρο εργασίας και που προσπαθεί με το καλημέρα να δημιουργήσει ένα κλίμα “καταγγελίας”.
Ρωτάει μετά πια είναι η άποψη των γυναικών για το κίνημα. Ακόμα μια εκβιαστική ερώτηση που ντροπιάζει και εκβιάζει σε κλίμα καταγγελίας τις ερωτηθέντες.
Η τρίτη ερώτηση ξεκινά στην ουσία την “έρευνα”.
Ρωτώντας τις γυναίκες κατά πόσο πιστεύουν πως συμβαίνει η σεξουαλική παρενόχληση. Η ερώτηση είναι παραπλανητική. Γυναίκες που δεν έχουν βιώσει σεξουαλική παρενόχληση αλλά που έχουν “ακούσει” για το metoo για παράδειγμα, καλούνται να απαντήσουν σε κάτι που οι ίδιες δεν έχουν βιώσει. Έπειτα το πιο σημαντικό από όλα είναι πως δεν έχει προκαθοριστεί από την έρευνα τι ακριβώς σημαίνει σεξουαλική παρενόχληση. Δεν έχουν τεθεί δηλαδή παράμετροι. Η κάθε γυναίκα εκφράζει μια άποψη για το τι πιστεύει ότι συμβαίνει για ένα φαινόμενο που δεν έχει καθορίσει η έρευνα τι είναι.
Στο ίδιο ακριβώς μοτίβο κινείται και η τέταρτη ερώτηση. Χωρίς να έχει προκαθορίσει για τι ακριβώς πράγμα μιλά, ρωτάει τις γυναίκες να απαντήσουν τι ποσοστό γυναικών πιστεύουν ότι έχει παρενοχληθεί σεξουαλικά.
Η αντίφαση των απαντήσεων φαίνεται ξεκάθαρα στην πέμπτη ερώτηση. το 45,7% των γυναικών δεν έχει κάποια φίλη που έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση, παρόλα αυτά στην τρίτη ερώτηση το 90.5% πιστεύει πως η σεξουαλική παρενόχληση συμβαίνει συχνά ή πολύ συχνά.
Στην έκτη ερώτηση η έρευνα ρωτάει τις γυναίκες εάν έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση. Χωρίς πάλι να έχει ξεκαθαρίσει τι ακριβώς είναι σεξουαλική παρενόχληση. Η κάθε γυναίκα λοιπόν καλείται να απαντήσει σε μια ασάφεια που είναι για κάθε μια από αυτές διαφορετική στο μυαλό της. Σεξουαλική παρενόχληση για παράδειγμα μπορεί να είναι για κάποιαν ότι ένας συνάδερφος της έφερε λουλούδια στην γιορτή της, ή ότι της έκλεισε το μάτι.
Στην πιο σημαντική δηλαδή ερώτηση της έρευνας οι ερωτηθέντες δεν γνωρίζουν ακριβώς τι πράγμα τους έχει ερωτηθεί και απαντάνε βασισμένες στις δικές τους υποθέσεις για το τι είναι σεξουαλική παρενόχληση.
Αυτό φαίνεται και στην επόμενη ερώτηση. το 33.1% έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στον δρόμο. Το ψιτ ψιτ, το κούκλα και το όμορφη μεταφράζεται ως παρενοχλητικό ή όχι ανάλογα την γυναίκα και πως αυτή εκλαμβάνει το φλερτ και οριοθετεί το τι την παρενοχλεί.
Η επόμενη ερώτηση δείχνει πάλι την τεράστια ασάφεια που υπάρχει ως προς τον όρο.
Το 46.7% δηλώνει πως δεν ανέφερε ποτέ την σεξουαλική παρενόχληση που δέχτηκε. Πια όμως είναι αυτή; Για παράδειγμα κάποιος κάνει ψιτ ψιτ σε μια γυναίκα στον δρόμο. Έστω πως αυτή το εκλαμβάνει ως σεξουαλική παρενόχληση. Που ακριβώς θα έπρεπε να το αναφέρει και γιατί; Θα έπρεπε για παράδειγμα να πάει στην Αστυνομία και να καταγγείλει πως κάποιος της έκανε ψιτ ψιτ στον δρόμο ή πως της είπε πως είναι ωραία ή πως της έκλεισε το μάτι;
Η ερώτηση με λίγα λόγια είναι πάλι παραπλανητική και προσπαθεί να πείσει πως οι γυναίκες δεν καταγγέλλουν την σεξουαλική παρενόχληση που δέχονται, ενώ στην πραγματικότητα το τι έχουν δεχτεί ή καταγγείλει είναι τόσο ασαφές που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να βγει κάποιο ουσιαστικό συμπέρασμα. Το ότι μια γυναίκα δεν κατήγγειλε στις αρχές ότι κάποιος της έκλεισε το μάτι στο λεωφορείο δεν δείχνει κάτι.
Η επόμενη ερώτηση είναι πάλι άνευ ουσίας. Ρωτάει πάλι τι θεωρούν οι ερωτηθέντες για τους νόμους που προστατεύουν σε περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης. Ποιοι νόμοι είναι αυτοί; Πως ακριβώς προσπαθούν να προστατέψουν; Πως το κάνουν; Πάλι δηλαδή υπάρχει ένα ασαφές πλαίσιο στο οποίο οι γυναίκες καλούνται να απαντήσουν για κάτι που είτε δεν γνωρίζουν, είτε δεν γίνεται ξεκάθαρο στην έρευνα. Κάποιες γυναίκες πχ μπορεί να μην γνωρίζουν το νομικό πλαίσιο που υπάρχει για την προστασία σε περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης. Ή να μην γνωρίζουν την αυστηρότητα του.
Και μετά μπαίνουμε στο ζουμί.
Οι επόμενες ερωτήσεις αποδεικνύουν όσα έχω γράψει παραπάνω. Οι ερωτηθέντες δεν γνωρίζουν καν τι είναι σεξουαλική παρενόχληση και η κάθε μια απαντά βάση του τι αυτό σημαίνει για αυτήν προσωπικά. Η έρευνα εδώ ρωτά εάν πιστεύουν πως το να τους πει κάποιος, που δεν είναι ερωτικός τους σύντροφος, ότι είναι όμορφη/γοητευτική, είναι σεξουαλική παρενόχληση. Το 50,75 απάντησε όχι αλλά μην νομίζετε πως αυτό είναι ενθαρρυντικό επειδή θα δείτε πιο κάτω πως το χρησιμοποιεί η φεμινιστική έρευνα. Το 30.1% λοιπόν μας εξηγεί πως εξαρτάται από την περίπτωση. Επιβεβαιώνοντας όσα κατά καιρούς έχουμε πει για το τεράστιο ασαφές πλαίσιο της έννοιας. Με λίγα λόγια εάν τους αρέσει κάποιος δεν είναι σεξουαλική παρενόχληση, εάν όχι τότε είναι.
Και συνεχίζουμε στο ίδιο μοτίβο. Αφότου έχει η έρευνα ρωτήσει εάν έχουν δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση (και) στον δρόμο, ρωτάει μετά εάν πιστεύουν οι ερωτηθέντες πως το ψιτ ψιτ είναι σεξουαλική παρενόχληση. Κι εδώ βλέπουμε λοιπόν μια τεράστια ασάφεια. Κάποιες το πιστεύουν, άλλες όχι, άλλες μας λένε ανάλογα την περίπτωση (ξανά), άλλες λένε μάλλον κτλ. Με λίγα λόγια δεν έχει δοθεί κάποια απάντηση. το 33.8% μας λέει πως είναι πως μάλλον είναι, και το 43.2% μας λέει πως δεν είναι ή πως μάλλον δεν είναι. Ναι αλλά έτσι δεν μπορούμε να μιλάμε για δεδομένα. Τι πάει να πει μάλλον είναι ή δεν είναι;
Αυτές οι απαντήσεις πιστοποιούν απλά πόσο ασαφής είναι ο όρος σεξουαλική παρενόχληση.
Και πως η κάθε γυναίκα τον μεταφράζει διαφορετικά και με ασάφεια ανάλογα την περίπτωση. Η έρευνα μετά ρωτά τις γυναίκες εάν πιστεύουν πως το να κοιτάξει έντονα κάποιος το στήθος τους είναι σεξουαλική παρενόχληση. Χωρίς να υποβάλλει πάλι συνθήκες. Δηλαδή προβάλλεται το στήθος; Είναι μέσα στην μούρη του άντρα που υποθετικά το κοιτάζει έντονα; Δεν γίνεται δηλαδή η ερώτηση αυτή να οριοθετηθεί χωρίς παραμέτρους. Και ένας άντρας που έχει το μισό του μόριο απέξω για παράδειγμα ή είναι γυμνασμένος και φοράει μπλούζα με βαθύ V, θα τραβήξει την προσοχή των γυναικών σε αυτά τα σημεία. Δεν σημαίνει πως το κοίταγμα αυτό είναι κάτι άλλο πέρα από αντανακλαστικό.
Το κλείσιμο του ματιού μετά καθορίζεται ως σεξουαλική παρενόχληση.
Πάλι μια τεράστια ασάφεια στο είναι ή μάλλον δεν είναι ή μάλλον μπορεί να είναι να μην είναι.
“Να κάνει σεξουαλικό αστείο”. Το 53.1% λοιπόν θεωρεί πως το να πει κάποιος ένα ανέκδοτο με σεξουαλικό περιεχόμενο είναι σεξουαλική παρενόχληση. Ο όρος δηλαδή πλέον αρχίζει να ορίζεται και από την αίσθηση του χιούμορ της κάθε μιας ή την ποιότητα του ανέκδοτου. Είναι απλή παράνοια.
Η επόμενη είναι επίσης παραπλανητική και ασαφής. Ρωτά εάν πιστεύει πως το άγγιγμα παρά την θέληση είναι σεξουαλική παρενόχληση. Αλλά δεν μας λέει τι ακριβώς εννοεί όταν λέει άγγιγμα. Άγγιγμα είναι για παράδειγμα ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Μια αγκαλιά. Ένα σπρώξιμο κατά λάθος επάνω στην φούρια μας. Ένα άγγιγμα κατά λάθος καθώς δίνω ένα στυλό. Όλα αυτά μπορούν να μεταφραστούν ως κάτι παραπάνω από ότι είναι πραγματικά από την εκάστοτε γυναίκα που θεωρεί πως το άγγιγμα είχε άλλες προεκτάσεις. Και να το θεωρήσει σεξουαλική παρενόχληση. Δεν γίνεται όμως να θεωρείται κάποιος εγκληματίας επειδή ακούμπησε κάποια κατά λάθος την ώρα που της έδινε το μπλάνκο και αυτή το μετάφρασε ως πέσιμο. Το 80.8% απάντησε θετικά σε αυτή την ερώτηση και είναι λογικό μιας και εμπεριέχει κυριολεκτικά εκατοντάδες εκφάνσεις της καθημερινής ζωής που μπορούν να μεταφραστούν πονηρά.
Και η ασάφεια μεγαλώνει.
Ρωτάει η έρευνα εάν θεωρούν οι γυναίκες σεξουαλική παρενόχληση όταν οι άντρες τους αφήνουν σεξουαλικά υπονοούμενα; Τι είναι ακριβώς αυτό; Τι είναι το σεξουαλικό υπονοούμενο; Δεν μπορώ κυριολεκτικά να σκεφτώ καμία πρόταση που να μην μπορεί να μεταφραστεί ως κάτι τέτοιο. “Πεινάς”; “Θες βοήθεια με αυτό”; “Πάω στην τουαλέτα”, “θα σε δω μετά”. Κυριολεκτικά τα πάντα μπορούν να μεταφραστούν ως σεξουαλικό υπονοούμενο από κάποια γυναίκα. Τα πάντα. Το 77.6% απάντησε θετικά σε αυτή την ερώτηση.
Και η επόμενη συνεχίζει με την ίδια ασάφεια. Ρωτά εάν θεωρούν σεξουαλική παρενόχληση το επίμονο/επιθετικό φλερτ. Χωρίς πάλι να θέτει παραμέτρους για αυτό. Όπως για παράδειγμα εάν σας αρέσει ή όχι αυτός που το κάνει το φλερτ. Ή τις παραμέτρους του “επίμονου φλερτ”. Είναι επίμονο να ξαναζητήσεις κάποια σε ραντεβού τρεις μήνες αφότου σου είχε πει όχι επειδή είχε μια δουλειά; το 80,5% απάντησε θετικά σε αυτή την ερώτηση.
Και άφησα το καλύτερο για το τέλος.
Στην φεμινιστική αυτή έρευνα η ερώτηση “Εσείς έχει τύχει ποτέ να υποστείτε σεξουαλική παρενόχληση ή όχι” δεν προσδιορίζει το φύλο του δράστη. Με λίγα λόγια γυναίκες που απάντησαν ναι σε αυτή την ερώτηση μπορεί να έχουν παρενοχληθεί σεξουαλικά από άλλες γυναίκες. Όλες όμως οι ερωτήσεις που ακολουθούν ως προς τον προσδιορισμό της σεξουαλικής παρενόχλησης μιλάνε για άντρες. Λένε συγκεκριμένα “από κάποιον που δεν είναι ερωτικός σας σύντροφος”. Αρχίζουμε σιγά σιγά να κατανοούμε πως αυτές οι μεροληπτικές ανοησίες ονομάζονται έρευνες και μετά διαμορφώνουν τιμωρητικές πολιτικές;
Η φεμινιστική έρευνα λοιπόν χωρίς να έχει κάνει σαφές τι ακριβώς είναι σεξουαλική παρενόχληση βγάζει συμπεράσματα βάση βιωμάτων των γυναικών που θεωρούν άλλα πράγματα η κάθε μια για αυτήν. Δεν προσδιορίζει καν το φύλο του δράστη. Και αναλώνεται στο μεγαλύτερο μέρος της στο να ρωτά τις γυναίκες μετά τι θεωρούν αυτές σεξουαλική παρενόχληση, πάλι χωρίς να θέτει προϋποθέσεις και πλαίσια. Και βασίζει εκτός των άλλων τα μεγάλα ποσοστά που έχουν κάποιες ερωτήσεις σε ένα μεγάλο φάσμα ανάμεσα στο “είναι σεξουαλική παρενόχληση” και του “μπορεί να είναι”. Το μπορεί να είναι δηλαδή το πιάνει ως θετική απάντηση. Ενώ δεν είναι θετική απάντηση. Επειδή σημαίνει πως η ερωτηθέντα δεν έχει αρκετές πληροφορίες για να δώσει μια σαφή απάντηση. Που δεν γίνεται έτσι κι αλλιώς μιας και η δομή της ως φεμινιστική έρευνα είναι ασαφής για να βγάλει προκατασκευασμένα και εντελώς αόριστα αποτελέσματα.
Τα εντελώς αόριστα λοιπόν αυτά αποτελέσματα χρησιμοποιούνται για να βγάλουν εντελώς αόριστα συμπεράσματα.
Η Αγγελική Γαζή για παράδειγμα, ψυχολόγος μας εξηγεί πως “Το 43,2% δεν θεωρεί ως σεξουαλική παρενόχληση την μη ελεύθερη ύπαρξη της γυναίκας στο αστικό περιβάλλον ενώ δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτή η διαφοροποίηση του φλερτ από την σεξουαλική παρενόχληση («είσαι όμορφη/γοητευτική») που πρέπει να αναζητήσουμε στο πλαίσιο που ο λόγος του άντρα απευθύνεται προς τη γυναίκα”. Με λίγα λόγια τι μας λέει; Μας λέει πως το ότι οι γυναίκες δεν θεωρούν πως το “είσαι όμορφη” είναι σεξουαλική παρενόχληση είναι κακό. Και πως πρέπει να τις “ενημερώσουμε” ότι είναι κακό και πως είναι σεξουαλική παρενόχληση να λες σε μια γυναίκα πως είναι όμορφη. Και διαχωρίζει το “είσαι όμορφη” από το φλερτ.
Η Γεωργία Γεωργίου, δικηγόρος, μας εξηγεί πως πρέπει να γίνουν αλλαγές για όλα αυτά και να υπάρχουν αποζημιώσεις για τα “θύματα”. Ότι εσύ θα λες σε μια γυναίκα ότι είναι όμορφη και μετά θα πρέπει να της πληρώσεις αποζημίωση για αυτό. Ζητά επίσης να υπάρχουν διοικητικές και ποινικές κυρώσεις. Να σε απολύουν για παράδειγμα εάν ακουμπήσεις κατά λάθος το χέρι κάποιας την ώρα που της έδινες ένα στυλό. Και να σε φυλακίζουν εάν κάποια θεωρεί πως της είπες κάποιο σεξουαλικό υπονοούμενο, πχ “θα πάω τουαλέτα”.
Μιλάει για φυλάκιση έως και ενός έτους και χρηματική ποινή για όλα αυτά έτσι;
Για το ψιτ ψιτ, το κλείσιμο του ματιού και τις λοιπές ασάφειες που αναλύσαμε πιο πάνω. Μας κάνει ξεκάθαρο επίσης πως το θέμα αφορά την υγεία και την ασφάλεια των γυναικών εργαζομένων. Και πως πρέπει να γίνεται συνεχής ενθάρρυνση να καταγγέλλονται περιστατικά όπως το κλείσιμο του ματιού, το “είσαι όμορφη” κτλ.
Αυτή η φεμινιστική έρευνα λοιπόν τιτλοφορείται ως “Μια στις δυο γυναίκες στην Ελλάδα, έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση”. Και θα χρησιμοποιηθεί από τις φεμινίστριες για να πείσουν κυβερνητικούς φορείς να μεγαλώσουν το φάσμα της σεξουαλικής παρενόχλησης σε όσες ασαφής ανοησίες άφησε να εννοηθούν πως είναι εγκλήματα που απειλούν την υγεία και την ασφάλεια των γυναικών εργαζομένων. Και φυσικά των γυναικών και μόνο αποκλειστικά.