Ας εξετάσουμε όμως την σχέση των γυναικών με την δύναμη τον Μεσαίωνα. Οι περισσότεροι πιστεύουν πως κατά την περίοδο του Μεσαίωνα οι γυναίκες θα ήταν στην ακμή της πατριαρχικής τους καταπίεσης. Αυτό εξάλλου υποστηρίζουν οι φεμινίστριες. Δεν χρειάζεται παρά λίγα λεπτά έρευνας για να καταλάβουμε αντί αυτού πως οι γυναίκες στον Μεσαίωνα ήταν Βασίλισσες και ευγενείς. Και πως μοιραζόντουσαν την δύναμη της οικογένειας τους.
H Katrin E. Sjursen ιστορικός του πανεπιστημίου του Ιλινόις μας περιγράφει την δύναμη που είχαν στα χέρια τους οι γυναίκες εκείνη την εποχή. “Οι πολιτικά ενεργές γυναίκες ευημερούσαν τον Μεσαίωνα, σαν Βασίλισσες, Δούκισσες, Κοντέσες κτλ, επειδή κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα η πολιτική δύναμη βρίσκονταν στις οικογένειες, και οι γυναίκες ήταν μέλη των οικογενειών που είχαν πολιτική δύναμη. Οι ευγενείς γυναίκες θεωρούνταν συνκυβερνήτες περιοχών μαζί με τους συζύγους τους, και ήταν φυσικό να συμμετέχουν όχι μόνο στα πολιτικά δρώμενα αλλά και στα πολεμικά, ακόμα και όταν οι άντρες τους ήταν παρών και διαθέσιμοι”.
Για την σχέση των γυναικών με την δύναμη στον Μεσαίωνα μας ενημερώνει και η βραβευμένη ιστορικός Helena P. Schrader.
Στο άρθρο της “τι ΔΕΝ ήταν οι γυναίκες στον Μεσαίωνα”, αναφέρει: “κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα η δύναμη μιας γυναίκας ορίζονταν από την τάξη της και όχι από το φύλο της. Οι γυναίκες της ανώτερης τάξης διέταζαν, έλεγχαν και καταπίεζαν ουσιαστικά τους άντρες των χαμηλότερων τάξεων”. Επίσης προσθέτει: “οι γυναίκες που κυβερνούσαν Βασίλεια, όπως η Ελεονώρα της Ακουιτανίας ή η Μελισσάνθη της Ιερουσαλήμ, και είχαν την δύναμη να διατάζουν ευγενείς, ιππότες και επισκόπους δεν ήταν καταπιεσμένες. Οι γυναίκες που έγραφαν θεολογία και είχαν αλληλογραφία με τον Πάπα και με αυτοκράτορες. Που έλεγχαν την οικονομία και την μοίρα εκατομμυρίων υπηκόων δεν ήταν καταπιεσμένες. Οι γυναίκες που ήταν έμποροι και είχαν δικές τους επιχειρήσεις και τεράστιες περιουσίες. Και που είχαν κάτω από τον έλεγχο τους υπηρέτες και μαθητευόμενους δεν ήταν καταπιεσμένες”.
Τα παραμύθια στον Μεσαίωνα ήταν μια μέθοδος επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους και ένας τρόπος ηθικοπλασίας που στόχευε στην αποτροπή λαθών που εκείνες τις εποχές μπορούσαν να αποβούν μοιραία. Οι ιστορίες είναι διάχυτες με κακές βασίλισσες, μάγισσες, δεσποσύνες, πριγκίπισσες με καπρίτσια. Φτωχά κορίτσια που βρίσκουν τον δρόμο τους στο δάσος και νεράιδες που απαιτούν σεβασμό. Όπως σε κάθε άλλη κουλτούρα πέρα από την σημερινή οι γυναίκες στις ιστορίες αυτές μπορούσαν να ήταν καλές ή κακές. Φτωχές ή πλούσιες, εφευρετικές ή τεμπέλες και φυσικά εκδικητικές ή συμπονετικές.
Είναι μόνο στην δική μας σύγχρονη φεμινιστική κουλτούρα που οποιαδήποτε απεικόνιση της γυναίκας ως κάτι αρνητικό θεωρείται ύβρις.
Και ήταν κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου που άνθησε το φαινόμενο του Γυναικοκεντρισμού. Όταν η Σέκτα της Παρθένου Μαρίας, υπό την καθοδήγηση της Ελεονώρα της Ακουιτανίας και της κόρης της Marie De Champagne, που μετέτρεψαν την στρατιωτική έννοια της ιπποσύνης, σε μια πρακτική όπου οι άντρες υπηρετούσαν τις γυναίκες, γνωστή ως ευγενικής ή ρομαντικής αγάπης. Ο ρομαντισμός αυτός εξυμνήθηκε από τροβαδούρους και θεατρικά έργα της εποχής και συγγραφείς όπως ο Chrétien de Troyes και ο Andreas Capellanus έβαλαν τα θεμέλια της ρομαντικής λογοτεχνίας που ακόμα και μέχρι σήμερα είναι το πιο δημοφιλές είδος λογοτεχνίας. Ο πυρήνας της Γυναικοκεντρικής κουλτούρας, όπως ακριβώς την βιώνουμε και σήμερα εξάλλου, είναι η αντιμετώπιση της γυναίκας ως κάτι ανώτερο από τους άντρες.
Οι οποίοι υπάρχουν για να τις προστατεύουν, να παρέχουν για αυτές και να τις υπηρετούν.
Σε αυτή την εποχή διαμορφώνεται μια ολόκληρη διαδικασία που πρέπει να πραγματωθεί πριν ο άντρας “κερδίσει το δικαίωμα” να κάνει σεξ με μια γυναίκα. Μέσω αυτής της πρακτικής που βιώνουμε ακόμα και σήμερα η γυναίκα έγινε ηθικά ανώτερη του άντρα. Και άρχισε να ελέγχει τον άντρα μέσα από την υπόσχεση της αγάπης και φυσικά του σεξ.
H Modesta Poso που θεωρείται από πολλούς μια πρωτοφεμινίστρια έγραψε το 1590 στο βιβλίο της “Η αξία των γυναικών, η Ευγένεια τους και η ανωτερότητα τους από τους άντρες”: “Οι άντρες πρέπει δικαιωματικά να πηγαίνουν στην δουλειά και να εξοντώνονται σαν υπηρέτες, ώστε εμείς -οι γυναίκες- να μένουμε στο σπίτι ως κυρίες του σπιτιού, να κατευθύνουμε τις προσπάθειες τους και να απολαμβάνουμε τα φρούτα της εργασίας τους. Για αυτό και οι άντρες είναι σωματικά δυνατότεροι. Πρέπει να είναι ώστε να μπορούν να αντέχουν την σκληρή δουλειά που πρέπει να υποφέρουν υπηρετώντας μας”.
Η καταπίεση των γυναικών ήταν αφόρητη.
Και ήταν ακριβώς αυτή η πίστη πως η γυναίκα είναι ηθικά, σωματικά και πνευματικά ανώτερη από τον άντρα. Ο οποίος υπάρχει για να την υπηρετεί. Αυτή η πίστη γεννήθηκε στις σκοτεινές εποχές του Μεσαίωνα που επικαλούνται οι φεμινίστριες για να δείξουν πως δεν έχουν δικαιώματα. Η γέννηση μιας αριστοκρατίας που αποτελείται μόνο από γυναίκες. Καθώς οι άντρες στέκονται στις πύλες έτοιμοι να πολεμήσουν για αυτές, να τις προστατεύουν. Να δουλεύουν ολημερίς σαν σκλάβοι για αυτές. Και να τις ικετεύουν για σεξ.
Και αυτό ακριβώς συνέχισε να καλλιεργεί ο φεμινισμός.
Μια κατώτερη κλάση που αποτελείται αποκλειστικά από άντρες, και μια πολιτική όπου οι γυναίκες έχουν το δικαίωμα να κατάσχουν τα χρήματα και την περιουσία των αντρών, το δικαίωμα να αποξενώνουν τα παιδιά από τους πατέρες τους, το δικαίωμα να παίρνουν σωρό από συντάξεις, υποτροφίες, θέσεις εργασίας και πολλά ακόμα προνόμια απλά επειδή είναι γυναίκες, το δικαίωμα να αγοράζουν το σπέρμα του άντρα, το δικαίωμα να δολοφονούν τα παιδιά τους χωρίς να υπάρχει καμία επίπτωση για αυτό, το δικαίωμα του να μην μπορείς να διαφωνείς με αυτές ότι και να λένε και το δικαίωμα του να έχουν την επιλογή για αναπαραγωγή και φυσικά να ελέγχουν και το δικαίωμα του άντρα στην αναπαραγωγή.
Προάγονται πολιτικές όπου οι γυναίκες δεν πρέπει να τιμωρούνται για κανένα απολύτως έγκλημα, γυναίκες που έχουν βιάσει και ακρωτηριάσει άντρες εξυμνούνται και πολιτεύονται και γυναίκες βραβεύονται για επιστημονικά κατορθώματα που δεν έχουν κάνει ποτέ. Ο κοινός παρανομαστής που ξεκινά από τον Μεσαίωνα ακόμα, είναι μια σεξουαλική φεουδαρχία. Όπου οι γυναίκες κυβερνούν απόλυτα. Και οι άντρες βρίσκονται σε δεσμά όλο και λιγότερων δικαιωμάτων και όλο και περισσότερων υποχρεώσεων και ευθυνών.