Το σύνδρομο του απατεώνα επιβάλλεται εδώ και δεκαετίες στους άντρες. Μέσα από την ψυχολογική βία που τους ασκεί το αφήγημα του φεμινισμού. Ένα από τα πιθανά μαρτύρια της ψυχολογικής βίας είναι η ικανότητα της να μετατρέπει σιγά σιγά το θύμα της στον θύτη της ίδιας του της κακοποίησης. Η διαδικασία της εσωτερίκευσης αυτού που τους συμβαίνει, η συνεχής ακύρωση της αυτοεκτίμησης τους και η κανονικοποίηση αυτού του εφιάλτη ως κάτι “φυσιολογικό”, κάνει τα θύματα να αναζητούν το ίδιο μοτίβο, ξανά και ξανά. Με το πέρασμα του χρόνου η φωνή που κρατά το θύμα δέσμιο της ψυχολογικής του καταπίεσης δεν είναι αυτή του θύτη, του πατέρα ή της μητέρας του.
Είναι η δική του.
Το σύνδρομο του απατεώνα παρατηρήθηκε για πρώτη φορά από κλινικούς ψυχολόγους το 1978 και αναφέρεται σε άτομα που χαρακτηρίζονται από ανικανότητα να χαρούν ή έστω να αναγνωρίσουν τα επιτεύγματά τους και βιώνουν συνεχώς έναν φόβο ότι αυτά θα εκτεθούν ως “απάτη”. Τα προφανής ταλέντα και χαρίσματα της προσωπικότητας τους όπως και οι ικανότητες τους καθίστανται αόρατα. Και εκείνοι που πάσχουν από το σύνδρομο παραμένουν πεπεισμένοι ότι είναι απατεώνες. Και πως δεν αξίζουν την επιτυχία. Η απόδειξη της επιτυχίας τους επιρρίπτεται σε άλλους παράγοντες όπως για παράδειγμα η τύχη.
Η το προνόμιο τους.
Το αντρικό προνόμιο είναι ένας βασικός πυλώνας της φεμινιστικής θεωρίας και δεν διαχωρίζει αυτά που οι άντρες κατάφεραν να κερδίσουν στην ζωή τους από αυτά που τους προσφέρθηκαν. Αυτό το κομμάτι της απαξίωσης των ικανοτήτων του άντρα και των κατορθωμάτων του στην ζωή γίνεται ολοένα και πιο εντελώς σαφές στις κοινωνίες μας. Τα πάντα έχουν “δοθεί” στους άντρες. Τίποτα δεν έχει κερδηθεί με σκληρή δουλειά, ταλέντο ή θυσίες. Όταν στην πραγματικότητα ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Χρησιμοποιώντας τον μύθο του αντρικού προνομίου οι φεμινίστριες απαιτούν να συμπεριληφθούν αναξιοκρατικά σε όλες τις σφαίρες, σπουδές, τέχνη και εργασία απλά επειδή είναι γυναίκες.
Ο μύθος του αντρικού προνομίου δεν είναι παρά μια περίτεχνη πρακτική ψυχολογικής βίας. Που ασκείται στους άντρες εδώ και δεκαετίες καλλιεργώντας μέσα τους μεθοδικά το σύνδρομο του απατεώνα. Από πολύ μικρή ηλικία. Με μεθόδους που φαίνονται χαριτωμένοι όπως “τα αγόρια μπορούν να κλαίνε” ή με βουνά ασυνάρτητων θεωριών περί τοξικής αρρενωπότητας, ο φεμινισμός παγιδεύει τους άντρες σε ένα συνεχές ενοχικό τριπάκι για τα υποτιθέμενα προνόμια του, την κακιά φύση του και την ευθύνη του για την υποτιθέμενη καταπίεση των γυναικών στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες.
Και δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να το κάνουν.
Το να έχει κάποιος αυτοεκτίμηση και να γνωρίζει την αξία του είναι από μόνο του ένα τεράστιο κατόρθωμα. Που χρειάζεται ίσως μια ολόκληρη ζωή για να επιτευχθεί. Σαν άνθρωποι είμαστε ευάλωτα όντα. Και συνηθίζουμε να περιβάλλουμε τους εαυτούς μας με ανθρώπους που καθρεφτίζουν αυτό που νομίζουμε πως είμαστε. Εικονικές αντανακλάσεις μας. Και συχνά οι άνθρωποι που επιλέγουμε να μας περιβάλλουν αντανακλούν ενοχή και ντροπή επειδή γεννηθήκαμε άντρες. Εξαιτίας μιας μισανδρικής θεώρησης τους κόσμου. Τότε ο πόνος γίνεται πραγματικός. Και προσωπικό μας κομμάτι. Όταν άντρες μας εξηγούν πως οι κοινωνίες καταπιέζουν τις γυναίκες, αυτό που πραγματικά μας λένε είναι πως αυτοί οι ίδιοι καταπιέζουν τις γυναίκες. Και αυτό είναι ένα τραύμα που έχει προκληθεί μεθοδικά μέσα τους από την ενοχική ψυχολογική βία που τους ασκεί ο φεμινισμός σε κάθε έκφανση της πραγματικότητας τους.
Αισθάνονται απατεώνες.
Όταν έχουμε παραδώσει την αυτοεκτίμηση και την αξιοπρέπεια μας σε ανθρώπους που την βάλλουν και την καταχράζονται, είναι στο χέρι μας να καταλάβουμε πως αυτό ήταν επιλογή μας. Το ζητούμενο δεν είναι να πάρουμε πίσω στα χέρια μας αυτή την δύναμη της αυτοεκτίμησης. Το ζητούμενο είναι να καταλάβουμε πως ήταν πάντα στα χέρια μας. Ειδάλλως ρισκάρουμε να επαναλάβουμε το ίδιο ακριβώς μοτίβο, ξανά και ξανά. Μας μαθαίνουν πως πρέπει να δίνουμε άπλετη αγάπη σε όλες και όλους, εκτός από τους εαυτούς μας. Έχουν κατασκευάσει έναν κατάλογο λέξεων και αφηρημένων εννοιών που μας βομβαρδίζει καθημερινά με χειριστικές προβολές για το πόσο άθλιοι είμαστε. Ή χρησιμοποιούν ιστορικές ανακρίβειες για να καλλιεργήσουν μεθοδικά ενοχή. Όμως δεν υπάρχει καμία αλήθεια σε αυτές τις μεταφράσεις. Υπάρχει απλά αυτό που πιστεύεις, αυτό που σου επιβάλλουν να πιστεύεις, και αυτό που επιλέγεις να κάνεις.
Ο Βίκτωρ Φράνκλ είχε πει: “Ανάμεσα στο ερέθισμα και την αντίδραση υπάρχει ένα κενό. Μέσα σε αυτό το κενό βρίσκεται η δύναμη να διαλέξουμε την αντίδραση μας. Και μέσα στην αντίδραση μας βρίσκεται το μέγεθος της ωριμότητας και της ελευθερίας μας”.