Η δολοφονία στα Γλυκά Νερά και η κορύφωση του φεμινιστικού αφηγήματος
Η δολοφονία στα Γλυκά Νερά είναι αδιαμφισβήτητα σοκαριστική και εξαιρετικά ανατριχιαστική. Και είναι αυτές ακριβώς οι περιπτώσεις τις οποίες εκμεταλλεύονται οι ιδεολογίες μίσους για να βγάλουν από μέσα μας τον χειρότερο μας εαυτό.
Έχουμε ξανά μιλήσει στο παρελθόν για το πως ο φεμινισμός εργαλειοποιεί τις ανθρώπινες τραγωδίες για να αναπαράγει το αφήγημα του. Η περίπτωση στα Γλυκά Νερά είναι μια από αυτές. Οι φεμινίστριες εξαπέλυσαν για άλλη μια φορά μια ρητορική μίσους για τους άντρες, που εξηγεί πως αυτοί δολοφονούν γυναίκες επειδή έτσι τους διδάσκει η κοινωνία. Επιλέγοντας για άλλη μια φορά μια τραγωδία που βολεύει απόλυτα το αφήγημα τους. Τι έχουμε όμως πραγματικά να μάθουμε από την τραγωδία αυτή; Αρχικά πως για άλλη μια φορά είναι αποκλειστικά οι υποθέσεις δολοφονιών των γυναικών που σοκάρουν την κοινή γνώμη και ποτέ των αντρών. Λίγες ημέρες πριν την δολοφονία στα Γλυκά νερά, μια γυναίκα στην Ελλάδα καταδικάστηκε επειδή δολοφόνησε τον πατέρα του πρώην άντρα της που την είχε βοηθήσει παραχωρώντας της δωρεάν σπίτι για να μένει. Και αυτή σκηνοθέτησε τον θάνατο του. Επιπλέον με εφευρετικότατους τρόπους απέφυγε την Δίκη της τρεις φορές, μέχρι που στο τέλος καταδικάστηκε. Πουθενά στο Πανελλήνιο δεν δημιουργήθηκε όλος αυτός ο ηθικός πανικός. Μια γυναίκα δηλαδή δολοφόνησε έναν άντρα, σκηνοθέτησε την δολοφονία του ως ατύχημα.
Πουθενά δεν διαβάσαμε για “ανδροκτονίες”, πουθενά δεν είδαμε να δημιουργείται αυτή η δημόσια απέχθεια στο πρόσωπο της δολοφόνου. Η περίπτωση της πέρασε μάλιστα απαρατήρητη.
Η δολοφονία στα Γλυκά Νερά έγινε βάιραλ επειδή απλά αναπαράγει το φεμινιστικό αφήγημα της “γυναικοκτονίας”. Της θεώρησης δηλαδή πως οι άντρες δολοφονούν τις γυναίκες απλά επειδή είναι άντρες. Μέχρι και η γυναίκα που δέχτηκε επίθεση με βιτριόλι από μια άλλη γυναίκα πέρυσι βγήκε δημόσια και μιλούσε για “πατριαρχίες”. Μια γυναίκα δηλαδή που την ζωή της την κατέστρεψε μια άλλη γυναίκα, και όχι ένας άντρας, βγήκε να μας εξηγήσει πως ζούμε σε πατριαρχίες που εκπαιδεύουν τους άντρες να εγκληματούν κατά των γυναικών. Χρησιμοποιώντας την δολοφονία στα Γλυκά Νερά ως εργαλείο για αυτό.
Η εργαλειοποίηση των ανθρώπινων τραγωδιών και των φρικιαστικών εγκλημάτων από δογματικές ιδεολογίες δεν ήταν ποτέ κάτι σπάνιο ιστορικά, και σίγουρα δεν είναι σπάνιο σήμερα. Για παράδειγμα η περίπτωση της μαζικής δολοφονίας ομοφυλόφιλων στο Ορλάντο μερικά χρόνια πριν εργαλειοποιήθηκε αμέσως από την ΛΟΑΤ ατζέντα ως ένα παράδειγμα “εγκλήματος μίσους”. Πως δηλαδή ο δολοφόνος δολοφόνησε 49 ομοφυλόφιλους επειδή ήταν ομοφοβικός και πως ήταν και ο ίδιος ομοφυλόφιλος σε άρνηση.
Από την πρώτη στιγμή όμως τα στοιχεία ερχόντουσαν σε αντίθεση με αυτόν τον ισχυρισμό. Το συγκεκριμένο club το βρήκε σε μια τυχαία αναζήτηση στο google, ο πορτιέρης του μαγαζιού θυμάται πως είχε εκπλαγεί που το club δεν είχε γυναίκες, και ούτε μια φορά δεν αναφέρθηκε στους ομοφυλόφιλους ως κάτι κατώτερο. Στις διαπραγματεύσεις όπως και κατά την διάρκεια του περιστατικού ο ίδιος επαναλάμβανε ξανά και ξανά πως ο λόγος που διαπράττει αυτό το έγκλημα είναι πολιτικός. Πως ήταν αντίποινα για τους βομβαρδισμούς στη Συρία.
Κανένα στοιχείο δεν έδειξε πως ήταν ο ίδιος ομοφυλόφιλος και πως αυτό ήταν μια πράξη μίσους απέναντι στην συγκεκριμένη κοινότητα.
Παρόλα αυτά τα ΜΜΕ βιάστηκαν να καλύψουν τις ανάγκες ενός ιδεολογικού αφηγήματος, με το οποίο τάσσονται επειδή παράγει μεγαλύτερη σοκαριστική αξία από την τρομοκρατία σήμερα. Καταφέρνοντας παράλληλα να μείνουν οι βομβαρδισμοί της Αμερικής στην Συρία έξω από την δημόσια συζήτηση. Και ναι φυσικά και το έγκλημα αυτό ήταν φρικαλέο και αδικαιολόγητο. Όμως ήταν άλλοι οι λόγοι που τον οδήγησαν σε αυτό. Δεν ήταν ένα έγκλημα “μίσους” όπως υποστήριζε η κοινή γνώμη. Ήταν άλλα τα κίνητρα του.
Και είναι σημαντικό αυτό. Επειδή αυτή η διαστρέβλωση των στοιχείων ώστε να εξυπηρετούν ιδεολογικές ατζέντες, οδηγούν σταθερά στην πραγμάτωση καινούργιων νομικών πλαισίων που στερούν όλο και περισσότερες ελευθερίες μας, με την πρόφαση της προστασίας των ευάλωτων ομάδων. Με αοριστίες όπως “ομοφοβία” που δεν προσδιορίζουν ακριβώς πιο είναι το έγκλημα που καταδικάζεται. Αλλά που μεταφράζεται κατά το δοκούν από το εκάστοτε “θύμα”. Με την ίδια ακριβώς λογική η Κύπρος προσπαθεί να εισάγει τον όρο “γυναικοκτονία” στο ποινικό της Δίκαιο, στερώντας έτσι από τους άντρες δολοφόνους οποιοδήποτε άλλο κίνητρο θα μπορούσαν να έχουν, πέρα από αυτό του υποτιθέμενου μίσους τους για τις γυναίκες.
Το τεκμήριο της αθωότητας είναι ένα ακόμα θέμα που πρέπει να συζητηθεί.
Κατά την διάρκεια της αστυνομικής έρευνας και χωρίς καμία απολύτως απόδειξη, δημιουργήθηκε ένα ολόκληρο κίνημα που καταδίκαζε εκ των προτέρων τον σύζυγο ως δολοφόνο. Με λίγα λόγια ένα τεράστιο κομμάτι της Ελληνικής κοινωνίας καταδίκαζε δημόσια κάποιον ως δολοφόνο χωρίς κανένα στοιχείο για αυτό. Μια απόλυτα ανήθικη πράξη που παραμένει ανήθικη παρά την έκβαση της υπόθεσης. Ο συγκεκριμένος ήταν ένοχος. Ο επόμενος που θα είναι αναγκασμένος να διαβάζει και να βιώνει αυτή την πρακτική δεν θα είναι ένοχος.
Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που υπάρχει το τεκμήριο της αθωότητας. Ένας βασικός πυλώνας του Κράτους Δικαίου που εδώ και δεκαετίες ο φεμινισμός προσπαθεί να καταστρέψει. Και που το έχει ήδη καταφέρει σε πολλές χώρες της Δύσης. Τώρα βλέπουμε ότι παλεύει να το κάνει και στην Ελλάδα. Το να υπερασπιζόμαστε την αθωότητα ενός κατηγορούμενου μέχρι να αποδειχτεί πως είναι ένοχος είναι παράσημα Δικαιοσύνης και Ελευθερίας. Είναι αρετές και δείγμα πολιτισμένου ανθρώπου. Και όχι της δικαιοσύνης του όχλου που προσπαθεί να επαναφέρει ο φεμινισμός απαιτώντας τιμωρίες χωρίς στοιχεία και “περιττές” νομικές διαδικασίες. Είδαμε μέχρι και γκάλοπ σε ραδιοφωνικό σταθμό για την επαναφορά της θανατικής ποινής.
Τέλος δεν γίνεται παρά να συζητήσουμε ψύχραιμα για το περιστατικό.
Το ημερολόγιο του θύματος της ανακαλύφθηκε από την αστυνομία. Μέσα σε αυτό το θύμα περιγράφει πως χτυπούσε συχνά τον δράστη. Πως απειλούσε πως θα κάνει κακό στο παιδί τους. Και πως θα τον παρατήσει. Και αυτό γινόταν για καιρό. Η ίδια δικαιολογούσε την βία, σωματική και ψυχολογική, στην οποία υπέβαλλε στον σύζυγο της. Έχουμε δηλαδή μια ανατροπή στο φεμινιστικό αφήγημα που θέλει τον άντρα να “ελέγχει” την μικρότερη σύζυγο. Και βλέπουμε πως (όπως συχνά αναφέρουμε στην σελίδα) πως αυτή είναι που του ασκεί βία, σωματική και ψυχολογική. Επίσης τον απειλεί και έτσι του ασκεί έλεγχο με μια ακραία, εκβιαστική και πιθανόν διπολική συμπεριφορά.
Ο άντρας αυτός δεν είχε πουθενά να απευθυνθεί για αυτή την βία που βίωνε. Πουθενά δεν μπορούσε να πάρει τηλέφωνο. Και γνώριζε εκ των υστέρων πως κανένας δεν θα πιστέψει πως κακοποιείται από την γυναίκα του. Ήξερε επίσης πως εάν χωρίσουν δεν θα ξαναδεί πιθανώς ποτέ το παιδί του. Μιας και πριν την εφαρμογή της συνεπιμέλειας η γυναίκα του θα είχε την αποκλειστική επιμέλεια του. Τέλος γνώρισε πως σε περίπτωση διαζυγίου θα απαιτούσε τεράστιο μέρος της περιουσίας του. Όπως και διατροφή για ένα παιδί που δεν θα έβλεπε ποτέ. Και όλα αυτά σε ένα πλαίσιο που αυτή, σύμφωνα με τα ίδια τα λεγόμενα της, έκανε το παιδί επειδή το ήθελε. Όμως η συμπεριφορά της ερχόταν σε αντίθεση με τα λεγόμενα της. Αφού τον απειλούσε και τον χτυπούσε επανειλημμένως, και το παιδί ήταν ένα εργαλείο εκβιασμού. Μέχρι και στο τελευταίο μήνυμα που του έστειλε τον αποκαλεί “ηλίθιο”. Κάτι που οι φεμινίστριες μας εξηγούν πως είναι από μόνο του ενδοοικογενειακή βία. Και όχι. Όλοι αυτοί οι λόγοι δεν δικαιολογούν το φριχτό έγκλημα που διαπράχθηκε. Σε καμία περίπτωση.
Όμως θα υπήρχε έγκλημα εάν δεν ίσχυαν όλα αυτά;
Θα υπήρχε έγκλημα εάν το σύστημα του γάμου δεν ήταν τόσο γυναικοκεντρικό ώστε οι γυναίκες να απαιτούν μέρος της περιουσίας των πρώην συζύγων τους; Θα υπήρχε έγκλημα εάν ο άντρας αυτός γνώριζε πως κακοποιούνταν σωματικά και ψυχολογικά, το κατανοούσε και είχε φορείς για να απευθυνθεί για αυτή την βία που δέχονταν; Θα υπήρχε έγκλημα εάν γνώριζε εκ των προτέρων πως δεν χρειάζεται πλέον απλά μια κατηγορία για ενδοοικογενειακή βία για να του στερήσει το παιδί του ή να τον βάλει ακόμα και φυλακή; Δεν το γνωρίζουμε. Είναι όμως ερωτήματα που αξίζει να ερωτηθούν.
Κάτι που ο φεμινισμός αποκλείει από την δημόσια συζήτηση με ποικίλους νεολογισμούς όπως “victim blaming” κτλ. Για την ακρίβεια οι φεμινίστριες μας εξηγούν ήδη ότι το ημερολόγιο του θύματος (που είναι αδιάσειστο στοιχείο και ομολογία της κακοποίησης που είχε υποστεί ο άντρας της για καιρό), είναι προσωπικό δεδομένο. Και πως δεν θα έπρεπε να είχε δοθεί στην δημοσιότητα. Προσπαθούν δηλαδή πάλι μεθοδικά να αποκρύψουν από την κοινή γνώμη την βία που η γυναίκα ασκούσε στον σύζυγο της και που δεν ταιριάζει με το αφήγημα τους. Εάν όμως τα φύλα ήταν αντεστραμμένα και ήταν το ημερολόγιο ενός δολοφονημένου από την σύντροφο του άντρα που είχε βρεθεί και εξιστορούσε περιστατικά κακοποίησης, γνωρίζουμε πολύ καλά πως οι ίδιες φεμινίστριες θα αποκαλούσαν την δολοφονία του άντρα αυτοάμυνα. Ακόμα και τα άρθρα που δημοσιεύουν το ημερολόγιο του θύματος, δεν κάνουν αναφορά στους τίτλους τους για την κακοποίηση που αυτός δέχονταν από την γυναίκα του.
Σαν η βία αυτή να μην υπάρχει.
Τα παραπάνω γράφτηκαν βάσει των μέχρι τώρα γνωστών στοιχείων. Η υπόθεση ερευνάται ακόμα. Όμως στο τέλος της ημέρας, η επιμονή του φεμινισμού για την ασημαντότητα της βίας που πράττουν οι γυναίκες, για το γυναικοκεντρικό σύστημα που ευνοεί το ένα φύλο αποκλειστικά στον θεσμό του γάμου, του διαζυγίου και της επιμέλειας, και η αδιαφορία μας για την βία που βιώνουν οι άντρες, ίσως εντέλει να παίζουν τεράστιο ρόλο για την βία που βιώνουν και οι γυναίκες.